Σελίδες

Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2024

Τσέζαρε Παβέζε - Το φεγγάρι και οι φωτιές


Σε συνέχεια της αναγνωστικής μας χρονιάς, της αφιερωμένης στην ιταλική λογοτεχνία, ταξιδεύουμε νοητικά στο Τορίνο που ήταν η πρωτεύουσα της Ενωμένης Ιταλίας και, κατά τον 20ο αιώνα, ένα από τα μεγαλύτερα βιομηχανικά κέντρα. Το Τορίνο ήταν το κέντρο πολλών λογοτεχνικών ρευμάτων όπως ο ρομαντισμός, η παρακμή, ο βερισμός. Εκεί έζησαν ο Πρίμο Λέβι, η Ναταλία Γκίνζμπουργκ, ο Ίταλο Καλβίνο, ο Νάννι Μπαλεστρίνι και ο Τσέζαρε Παβέζε. 

Θα συζητήσουμε το μυθιστόρημα Το φεγγάρι και οι φωτιές [1950] του Τσέζαρε Παβέζε / Cesare Pavese [1908-1950], σε μετάφραση Άννας Παπασταύρου (Μεταίχμιο, 2021).

Την παρουσίαση επιμελείται η φίλη μας Μαριλένα Βαβούρη.

Θα ακολουθήσει παρουσίαση για το Ιταλικό θέατρο από τη φίλη μας Ρεβέκκα Καββαδά.

Η συνάντηση θα γίνει τη  Δευτέρα 16/12 στις 5.30μμστο ισόγειο του Κέντρο Τέχνης και Πολιτισμού του Δήμου Αμαρουσίου (Βασ. Σοφίας 85, Μαρούσι, απέναντι από την Ολυμπιακή Πινακοθήκη "Σπύρος Λούης" -https://g.co/kgs/gRGnmQE).

Το φεγγάρι και οι φωτιές είναι το βιβλίο που κουβαλούσα μέσα μου εδώ και πολύ καιρό και που απόλαυσα περισσότερο γράφοντάς το. Τόσο που πιστεύω πως για κάμποσο -ίσως και για πάντα- δεν θα γράψω τίποτ’ άλλο. Δεν είναι σωστό να προκαλούμε υπερβολικά τους θεούς. Cesare Pavese

Το φεγγάρι και οι φωτιές, το τελευταίο μυθιστόρημα του Cesare Pavese, κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 1950 και χαρακτηρίστηκε αριστούργημα από τους κριτικούς. Ο πρωταγωνιστής, το Χέλι, την επομένη της Απελευθέρωσης, επιστρέφει στο χωριό του, ύστερα από πολλά χρόνια παραμονής του στην Αμερική και μαζί με τον Νούτο, τον φίλο του, ταξιδεύει στους τόπους της παιδικής και εφηβικής του ηλικίας, σ’ ένα ταξίδι στον χρόνο όπου θ’ αναζητήσει τις παλιές, βασανισμένες ρίζες του.
Ιστορία απλή και λυρική συνάμα, δομημένη σαν ένα αδιάκοπο πηγαινέλα από το παρελθόν στο παρόν, Το φεγγάρι και οι φωτιές συνοψίζει τα κοινωνικά ζητήματα του αγώνα των παρτιζάνων, την αντιφασιστική συνωμοσία, τον απελευθερωτικό αγώνα και τα συνδέει με προσωπικούς προβληματισμούς, με τη φιλία, τον έρωτα, την ηδονή, τον θάνατο, σε μια δραματική πλοκή που υπογραμμίζει την πλήρη απόσχιση του ατόμου από τον κόσμο και τη θλιβερή μοναχική του μοίρα.

 


Ο Τσέζαρε Παβέζε είναι ένας από τους πιο αγαπημένους Ιταλούς συγγραφείς της γενιάς που ονομάστηκε «νεορεαλιστική». Γεννήθηκε το 1908 στο Σαν Μπέλμπο του Κουένο, τόπο καταγωγής του πατέρα του, όπου η οικογένειά του, η οποία διέμενε μόνιμα στο Τορίνο, πήγαινε κάθε χρόνο για διακοπές. Ο πατέρας του, γόνος μικρών καλλιεργητών, ήταν γραμματέας στο δικαστήριο του Τορίνο. Η μητέρα του καταγόταν από οικογένεια πλουσίων εμπόρων. Το 1914 πέθανε ο πατέρας του και τα οικογενειακά βάρη ανέλαβε η δραστήρια και λιγόλογη μητέρα του. Μετά τη στοιχειώδη εκπαίδευση, παρακολούθησε τις πρώτες τάξεις του γυμνασίου στους Ιησουίτες του Istituto Sociale και τις τελευταίες στο Μάσσιμο ντ' Αζέλιο, όπου γνώρισε τον Αουγκούστο Μόντι, αντιφασίστα καθηγητή ιταλικών και λατινικών και φίλο του Γκράμσι. Ο Μόντι, άνθρωπος μεγάλου πολιτικού κύρους και λαμπρός παιδαγωγός, θα παίξει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωσή του. Το 1926 αποφοίτησε και έστειλε τα πρώτα του ποιήματα στο περιοδικό "Ricerca di poesia", τα οποία όμως απορρίφθηκαν. Έμαθε μόνος του αγγλικά και μελέτησε τον Ουίτμαν. Στο μεταξύ, χάρη στον Μόντι, με τον οποίο είχε πλέον φιλικές σχέσεις, γνώρισε τους Νορμπέρτο Μπόμπιο, Μάσσιμο Μίλα, Λεόνε Τζίνσμπουργκ κ.ά. Το 1927 γράφτηκε στη φιλοσοφική και το 1930 πέθανε η μητέρα του. Εκείνη τη χρονιά άρχισε να μελετά και να θαυμάζει τον Κρότσε. Το 1932 έδωσε πτυχιακές εξετάσεις με εργασία επί του Ουόλτ Ουίτμαν, επηρεασμένη από τη φιλοσοφία του Κρότσε, που απερρίφθη όμως εξαιτίας των πολιτικών συνθηκών της φασιστικής Ιταλίας, αλλά με επέμβαση του Τζίνσμπουργκ έγινε τελικά δεκτή και πήρε το πτυχίο του. Το 1932 μετέφρασε το Μόμπυ Ντικ του Μέλβιλ, το Πορτρέτο του καλλιτέχνη σε νεαρή ηλικία του Τζόυς και τον 42ο παράλληλο του Ντος Πάσσος.

Από το 1933, μαζί με μια ομάδα αντιφασιστών διανοούμενων, φίλων του από το λύκειο, συνεργάζεται με το νεοσυσταθέντα εκδοτικό οίκο Εϊνάουντι και μετά τη σύλληψη του Τζίνσμπουργκ, καλείται να αναλάβει τη διεύθυνση της επιθεώρησης La Cultura. Το 1935 συλλαμβάνεται, ταυτόχρονα με τον Εϊνάουντι, εξαιτίας ενός γράμματος του Αλτιέρο Σπινέλλι που βρέθηκε στο σπίτι του, αλλά ύστερα από αίτηση χάριτος η ποινή του μειώθηκε. Το '36 επέστρεψε στο Τορίνο, όπου σε μια ερωτική απογοήτευση προστέθηκε η αποτυχία του Lavorate stanca (Η δουλειά κουράζει). Το '41 η κριτική επαίνεσε την έκδοση του Paesi tuoi (Οι χώρες σου). Την ίδια εποχή γράφει και την Αμμουδιά. Το '43 επιστρατεύθηκε, αλλά λόγω άσθματος πέρασε έξι μήνες στο νοσοκομείο. Την εποχή της γερμανικής κατοχής κατέφυγε στο Καζάλ Μονφεράτο μαζί με την οικογένεια της αδερφής του, γεγονός που αργότερα του ενέπνευσε το Σπίτι στο λόφο. Μετά την απελευθέρωση επέστρεψε στο Τορίνο, γράφτηκε στο Κ.Κ. Ιταλίας και άρχισε τη συνεργασία με την Ουνιτά, όπoυ γνώρισε τον Ίταλο Καλβίνο, κ.ά. Το '46 έγραψε τη Fuoco grande (Μεγάλη φωτιά), που θα εκδοθεί μετά το θάνατό του και στη συνέχεια: Dialoghi con Leuco (Διάλογοι με τη Λευκώ), Ο διάβολος στους λόφους, Τρεις γυναίκες μόνες, La luna e il falo (Το φεγγάρι και οι φωτιές). Το '50 τού απονεμήθηκε το βραβείο Στρέγκα. Συνεργάστηκε με το περιοδικό Cultura e realta, όπου ένα άρθρο του με θέμα το μύθο προκάλεσε κριτικές και παρεξηγήσεις στο περιβάλλον της αριστεράς. Επέστρεψε για λίγο στην ποίηση και μετά το θάνατό του δημοσιεύτηκε το ποίημά του Verra la morte e avra i tuoi occhi (Ο θάνατος θα 'ρθει και θα 'χει τα μάτια σου). Στις 27 Αυγούστου του 1950 αυτοκτόνησε σ' ένα ξενοδοχείο του Τορίνο, σε ηλικία σαράντα δύο ετών.

Πηγή: https://biblionet.gr/cesare-pavese-c5217

Στα ελληνικά κυκλοφορούν τα έργα του: Το φεγγάρι και οι φωτιές, Το ωραίο καλοκαίρι, Στην παραλία, Ο σύντροφος, Κοπέλες μόνες, Αγροίκοι, Ο κύριος Πέτρος και άλλα διηγήματα, Νύχτα γιορτής, Το σπίτι στο λόφο, Διάλογοι με την Λευκοθέα, Πριν αλέκτορα φωνήσαι καθώς και πολλές ποιητικές συλλογές (Ο θάνατος θα ‘ρθει και θα ‘χει τα μάτια μου, κ.ά.).

Ο θάνατος θα ‘ρθει και θα ‘χει τα μάτια σου

O θάνατος θα ‘ρθει και θα ‘χει τα μάτια σου
αυτός ο θάνατος που μας συντροφεύει
απ’ το πρωί ως το βράδυ, άγρυπνος,
κρυφός, σαν μια παλιά τύψη
ή μια παράλογη συνήθεια. Τα μάτια σου
θα ‘ναι μια άδεια λέξη.
Κραυγή που έσβησε, σιωπή.
Έτσι τα βλέπεις κάθε πρωινό
όταν μονάχη σκύβεις
στον καθρέφτη. Ω, αγαπημένη ελπίδα,
αυτή τη μέρα θα μάθουμε και εμείς
πως είσαι η ζωή κι είσαι το τίποτα.

Για όλους ο θάνατος έχει ένα βλέμμα
O θάνατος θα ‘ρθει και θα ‘χει τα μάτια σου
Θα’ ναι σαν ν’ αφήνεις μια συνήθεια,
σαν ν’ αντικρίζεις μέσα στον καθρέφτη
να αναδύεται ένα πρόσωπο νεκρό,
σαν ν’ ακούς ένα κλεισμένο στόμα.
Θα κατέβουμε στην άβυσσο βουβοί.

Τσέζαρε Παβέζε, O θάνατος θα ‘ρθει και θα ‘χει τα μάτια σου [Verrà la morte e avrà i tuoi ochi], μετ. Σωτήρης Τριβιζάς. Καστανιώτης,1997.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου