Το έργο του Σβέβο ανήκει στον Μοντερνισμό ως λογοτεχνική έκφραση. Οι μοντερνιστές λογοτέχνες ανέτρεψαν τη ρεαλιστική ή ρομαντική ορμή, απέρριψαν την απεικόνιση του κόσμου και τη δόμηση της κοινωνίας και στάθηκαν ευνοϊκοί στην αφαίρεση. Στην κατηγορία των μοντερνιστών λογοτεχνών ανήκουν ο Φώκνερ, ο Άλφρεντ Ντέμπλιν, ο Φράνς Κάφκα, ο Μαρσέλ Προυστ, ο Λουίτζι Πιραντέλο, ο Τζέημς Τζόυς, ο Χέμινγουέι, η Βιρτζίνια Γουλφ, ο Μπόρχες και άλλοι.
Μέσα
στην ατμόσφαιρα των σημαντικών κοινωνικών, εθνικών, πολιτικών, επιστημονικών
και τεχνολογικών αλλαγών του 19ου αιώνα και των πρώτων δεκαετιών του
20ου, το μυθιστόρημα στρέφεται προς τον έσω άνθρωπο, τις πνευματικές
και ψυχικές διεργασίες, την υποκειμενική αντίληψη για τον κόσμο καταγράφοντας
μια συμπεριφορά μη συμβιβασμού του ατόμου με τους κανόνες της καθεστηκυίας
τάξης.
Οι
μοντερνιστές χρησιμοποιούν την τεχνική του εσωτερικού μονολόγου και δίνουν
εξαιρετική έμφαση στην εξερεύνηση της εσωτερικής πορείας του ατόμου. Η
λειτουργία της αφήγησης στηρίζεται στον τρόπο λειτουργίας της μνήμης. Αδιαφορεί
για την αφήγηση με χρονολογική σειρά. Η μνήμη γίνεται δομικό στοιχείο της
αφήγησης και δημιουργεί τον «νοητό χρόνο». Οι εσωτερικοί μονόλογοι οδηγούν τον
ήρωα - αφηγητή στο παρόν και στα βάθη του παρελθόντος και ανασυνθέτουν την
μνήμη. Οι αποσπασματικές εικόνες ενώνονται και ο χρόνος και ο χώρος
συγχωνεύονται.
Οι
μοντερνιστές εισδύουν στην ανθρώπινη συνείδηση και δίνουν στο έργο τους
χαρακτήρα μεταφορικό. Οι αναμνήσεις φτάνουν άτακτα στον αναγνώστη, ο οποίος
προσπαθεί να τις συνθέσει, να τις ερμηνεύσει, να δημιουργήσει μια ολοκληρωμένη
εικόνα για το άτομο πρωταγωνιστή της αφήγησης στον χρόνο και στον χώρο.
Η
συνείδηση του Ζήνωνα είναι ένα βιβλίο σταθμός στη
Λογοτεχνία. Ξανακυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Αντίποδες» σε μετάφραση Έφης
Καλλιφατίδη( η τελευταία της μετάφραση).
Ο
Σβέβο συνειδητοποιεί την ανθρώπινη αλλοτρίωση στη σύγχρονη κοινωνία, μέσα από
μια εσωτερική αναζήτηση. Αυτό, ίσως, να οφείλεται στο γεγονός ότι γεννήθηκε
στην Τεργέστη, μια πόλη με τεράστια οικονομική ανάπτυξη και πολυπολιτισμική
κουλτούρα. [Trieste che triste, λογοπαίγνιο του Τζόυς].
Η
μυθοπλασία δεν ξεκινά με πλοκή. Το μυθιστόρημα αντικαθιστά την αντικειμενική
καταγραφή των γεγονότων με μια ασύλληπτη, δαιδαλώδη, εσωτερική ανησυχία, τον
εσωτερικό μονόλογο. Μια τεχνική έμμεσης αφήγησης, με την οποία τα γεγονότα
παρουσιάζονται μέσα από την αντανάκλαση που είχαν στην συνείδηση του Ζήνωνα.
Το
βιβλίο του Σβέβο λίγη σημασία θα είχε για το αναγνωστικό κοινό, αν δεν
συνοδευόταν από αναγνωστική απόλαυση, με σημεία που παραμένουν αξέχαστα στον
αναγνώστη. Η προσπάθεια του ήρωα να κόψει το τσιγάρο, το «χαστούκι» του πατέρα
του, ο τρόπος που επιλέγει να φανερώσει τον έρωτά του στην αδερφή εκείνης που
τελικά παντρεύτηκε, η αυθυποβολή (κουτσαίνει) των σωματικών πόνων. Ο Ζήνων
Κοζίνι προκαλεί αντικρουόμενα συναισθήματα και ο αναγνώστης τον συμπαθεί
και τον αντιπαθεί, τον λυπάται, γελάει μαζί του, εξοργίζεται αλλά τον κατανοεί.
Αυτός ο συνδυασμός ελκύει και, παρά την όποια δυσαρέσκεια που ενίοτε προκαλεί,
ο αναγνώστης νιώθει μια περίεργη ταύτιση με τον Ζήνωνα. Ο Σβέβο σαμποτάρει την
σοβαρότητα της ιστορίας του με ένα διαρκές και υπόγειο χιούμορ. Αυτός είναι ο
τρόπος να φιλτράρει την πραγματικότητα. Ο Ζήνων, μαζί με τους υπόλοιπους
χαρακτήρες της ιστορίας, αποτελούν το όχημα που θα οδηγήσει τον αναγνώστη στην
Τεργέστη της εποχής εκείνης. Ο φαινομενικά κοσμοπολίτικος χαρακτήρας της, είναι
ένα περιβάλλον πνιγηρό και ταυτόχρονα ενδιαφέρον όπου δεσπόζει μια κοινωνία
συντηρητική, υποκριτική και αφελής, σε μια αργά μεταβατική περίοδο, εν μέσω
σημαντικών ιστορικών πολιτικών και οικονομικών αναταράξεων στην Ευρώπη που
επηρεάζουν την πολυπολιτισμική Τεργέστη.
.jpg)
Ο
Σβέβο, λένε, είχε πολλά κοινά εξωτερικά χαρακτηριστικά με τον Ζήνωνα Κοζίνι. Είχαν
περίπου την ίδια ηλικία. Ήταν φαλακρός, πλούσιος, μιλούσε τη διάλεκτο της
Τεργέστης και ήταν εξαρτημένος από το τσιγάρο.
Το
βιβλίο ξεκινά με τον Πρόλογο, που γράφει ο γιατρός Σ (αναφορά στον
Σίγμουντ Φρόιντ), ο οποίος δημοσιεύει την αυτοβιογραφία του Ζήνωνα Κοζίνι, με
σκοπό να τον εκδικηθεί και να τον δυσαρεστήσει γιατί διέκοψε τη θεραπεία. Η
αυτοβιογραφία γράφτηκε στα πλαίσια της Ψυχανάλυσης.
Ακολουθεί
το Προοίμιο. Εδώ ο Ζήνων δηλώνει ότι το εγχειρίδιο ψυχανάλυσης που
διάβασε, δεν ήταν δυσνόητο αλλά πολύ βαρετό. Οι λογοτέχνες του μοντερνισμού
απέρριπταν την ψυχανάλυση. Όταν ο Σβέβο ρώτησε τον Τζόυς τι γνώμη έχει για την
ψυχανάλυση, εκείνος απάντησε ότι προτιμούσε την εξομολόγηση και ο Σβέβο
συμφώνησε και, μέσω του Ζήνωνα, την παρομοίασε με τον πνευματισμό. Ο Ζήνων σε
ηλικία 54 ετών αρχίζει να γράφει την αυτοβιογραφία του όπως τον συμβούλεψε ο
ψυχαναλυτής του. «Το παρόν υψώνεται επιβλητικό και συσκοτίζει το παρελθόν.
Το παρελθόν μια ατμομηχανή, που αγκομαχάει σε μια ανηφόρα, σέρνοντας αναρίθμητα
βαγόνια. Ποιος ξέρει από που έρχεται, που πηγαίνει και πώς βρέθηκε εδώ».
1ο
κεφάλαιο: Το κάπνισμα
Ο
Ζήνων είναι ένας νέος αστικής καταγωγής, όμορφος, πλούσιος (γεροΣίλβα πέσε
χρήμα), καλλιεργημένος, μορφωμένος που σπουδάζει (οι σπουδές λαμβάνουν χώρα
ή στην Βιέννη ή σε κάποια πόλη της Γερμανίας). Ως φοιτητής αλλάζει σχολές, από
τη Νομική στη Χημεία και τανάπαλιν. «Αν του δινόταν χρόνος θα δοκίμαζε και
άλλες σχολές, όπως ομολογεί ο ίδιος» και ζει μια έντονη ζωή. «Η έντονη
ζωή συνοψίζεται στον πιο στοιχειώδη ήχο, αυτόν των κυμάτων της θάλασσας, που
από την στιγμή που δημιουργούνται, μεταβιβάζεται διαρκώς μέχρι να σβήσει
τελείως». Το νερό, το φως και τα χρώματά του (αισθητική περισυλλογή, κατά
Σοπενχάουερ), θα τα συναντήσουμε στη ροή της ανάγνωσης γιατί θεωρούνται, από
τον Σβέβο, στοιχεία που βοηθούν την αυτοσυγκέντρωση και την απελευθέρωση από
τις «αρρώστιες» που προκαλεί το εξωτερικό περιβάλλον.
Ο
Ζήνων θεωρούσε το κάπνισμα «αρρώστια» και αποφάσιζε συχνά πυκνά να το
κόψει. «Οι μέρες μου τέλειωναν γεμάτες τσιγάρα και αποφάσεις να μην
ξανακαπνίσω, αλλά ο χορός των τελευταίων τσιγάρων ξεκίνησε στα 20 χρόνια μου
και κρατάει ακόμα». Ο στόχος της οικογένειάς του, όπως κάθε καλής αστικής
οικογένειας, ήταν να γίνει ο Ζήνων ένας μικρός Ναπολέων. «Μέσα μου είχαν
διαμορφωθεί με τα χρόνια δύο άνθρωποι, από τους οποίους ο ένας έκανε κουμάντο,
ενώ ο άλλος ήταν απλώς ένας σκλάβος, που μόλις χαλάρωνε η επιτήρηση, πήγαινε
κόντρα στη θέληση του αφέντη του από αγάπη για την ελευθερία». Οι επιλογές
είναι τρεις: ή ο στόχος ή η ελευθερία ή και τα δύο. Αδυνατεί να αποφασίσει. Η
αδυναμία του αυτή θα έχει σαν συνέπεια όλες του τις «αρρώστιες».
.jpg)
2ο
κεφάλαιο: Ο θάνατος του πατέρα
Η
μητέρα του Ζήνωνα είχε πεθάνει όταν εκείνος ήταν 15 χρόνων. Είχε προηγηθεί ο
θάνατος του μικρού του αδερφού. Στον πόνο του για τον θάνατό της, τον συνόδευε
ένα έντονο συναίσθημα ότι έπρεπε να ξεκινήσει μια σοβαρή εργατική ζωή (η
ανατροφή για τους στόχους που έπρεπε να πετύχει άρχισε από την μικρή ηλικία).
Αυτός ο πόνος όμως προμήνυε μια πιο έντονη ζωή (όσο πιεζόταν να ακολουθήσει
τους στόχους, τόσο έκανε άρνηση και στρεφόταν σε αντίθετη πορεία).
Στα
30 του χρόνια αρρωσταίνει ο πατέρας του και πεθαίνει. Ο θάνατός του θεωρείται
μια τεράστια καταστροφή για τον Ζήνωνα. Συνειδητοποιεί ότι το πιο σημαντικό και
καθοριστικό κομμάτι της ζωής του βρισκόταν ανεπανόρθωτα πίσω του. «Πιστεύω
ότι η εμπιστοσύνη που έκανε τη ζωή τόσο γλυκιά θα συνεχιζόταν μέχρι σήμερα, αν
δεν πέθαινε ο πατέρας μου. Με τον θάνατό του έπαψε να υπάρχει ένα αύριο, προς
το οποίο να κατευθύνω τις αποφάσεις μου». Απόγνωση για το τέλος της
ανέμελης ζωής, της ελευθερίας. Ο δυνατός Ζήνων που έβλεπε τον πατέρα του ως
αδύναμο, αισθάνεται ότι, παίρνοντας την θέση του, ενδύεται και την αδυναμία
του. Πενθεί για τον πατέρα του αλλά πιο πολύ για τη ζωή που προαναγγέλλεται.
Από
εδώ και πέρα, μετά τον θάνατο του πατέρα του, ο οποίος είχε ορίσει ως
διαχειριστή της εταιρείας του τον Ολίβ, αρχίζει για τον Ζήνωνα μια πορεία
εναγώνιας αναζήτησης στην αυτονομία και την επιβολή των επιθυμιών στα πλαίσια
των κανόνων της κοινωνίας με συμβιβασμούς που ανακυκλώνουν τους προβληματισμούς
του. Από την μια πλευρά η «υγεία» που αντιπροσωπεύει όλους τους κανόνες
της τάξης του. Στο σπίτι η αυστηρή τήρηση του εθιμοτυπικού και στην εργασία να
ακολουθούνται οι κανόνες και η εμπειρία χρόνων από τον Μεσαίωνα. Καμία αλλαγή
τακτικής (το είπε ο Ολίβ στον Ζήνωνα). Από την άλλη οι «αρρώστιες» που
αντιπροσωπεύουν οποιανδήποτε παρέκκλιση ή πρωτοβουλία που μπορεί να επιφέρει
αλλαγές στον τρόπο ζωής και στην εργασία. Στον Ζήνωνα λείπει η εμπειρία, δεν
κάνει σοβαρή προσπάθεια για να την αποκτήσει, να τη συνδυάσει με τις γνώσεις
του και να επιβάλλει την επιθυμία του για αλλαγές στους κανόνες, γιατί, κατά
βάθος, ήταν πεπεισμένος ότι δίκιο είχαν οι άλλοι και συμβιβάζεται «η ζωή δεν
είχε να μου προσφέρει παρά μία και μοναδική νότα, νότα αρκετά ψηλή, πράγμα για
το οποίο ορισμένοι με ζήλευαν, αλλά τρομερά ανιαρή». Από αυτόν τον χρόνο, ως
παρόν, και για 28 χρόνια μέχρι τα χρόνια της λογικής και της ωριμότητας, «η
ζωή δεν είναι ούτε καλή ούτε κακή, είναι πρωτότυπη», ο Ζήνων θα αναζητά τη χαμένη
του αυτοπεποίθηση και την καταξίωση, τη θεραπεία από τις «αρρώστιες» του και
την «υγεία» των άλλων.
Στο
ίδιο κεφάλαιο υπάρχει ένα χαρακτηριστικό στοιχείο του μοντερνισμού. Υπάρχει
ένας έντονος διάλογος και διαφωνία μεταξύ του Ζήνωνα και του γιατρού για την
φαρμακευτική αγωγή που έπρεπε να ακολουθήσει ο πατέρας του. Εκφέρεται η φράση
δια στόματος γιατρού «Μισής ώρας ζωής, θα μπορούσε να είναι αποφασιστική για
τη μοίρα μιας κληρονομιάς». Αργότερα ο Ζήνων κουρασμένος αποκοιμιέται και
βλέπει ένα όνειρο. Ονειρεύεται τον ίδιο έντονο διάλογο, αλλά ο διάλογος αντεστραμμένος
ως προς τα πρόσωπα. «Ίσκιοι μακρινοί! Νομίζω ότι για να σας διακρίνω
χρειάζομαι ένα οπτικό βοήθημα και είναι αυτό που με κάνει να σας βλέπω
αντεστραμένους». Οι λογοτέχνες του μοντερνισμού χρησιμοποιούν τα όνειρα ως
εσωτερική αναζήτηση, δεν τα ερμηνεύουν και τους προσδίδουν μεταφορικό
χαρακτήρα.
Ο
Ζήνων διακατέχεται και από πεσιμισμό ως προς τη σχέση ζωής και θανάτου. Θεωρεί
τον θάνατο οργανωτή της ζωής «ένα πράγμα με θλίβει όλη μου τη ζωή, η
βεβαιότητα ότι θα πεθάνω, όλα τα άλλα πράγματα γίνονται τόσο ασήμαντα, ώστε
είχα πάντα ένα χαμόγελο ή ένα εξίσου εύθυμο γέλιο». Ο πεσιμισμός αιτιολογεί
την αναποφασιστικότητα και τη σύγχυση μεταξύ «υγείας» και «αρρώστιας» με
προβληματισμούς που θα ανακυκλώνονται για χρόνια με αλήθειες, ψέματα και ενοχές
έως ότου συνειδητοποιήσει και κάνει κτήμα του την πιο όμορφη φράση - στοχασμό στο
βιβλίο, «πόνος και έρωτας τελικά η ίδια η ζωή, δεν μπορούν να θεωρηθούν
αρρώστιες γιατί πονάνε».
.jpg)
Ακολουθούν
τα κεφάλαια: 3ο Η περιπέτεια του γάμου μου, 4ο Γάμος και
ερωμένη, 5ο Η ιστορία ενός εμπορικού συνεταιρισμού.
Ο
Ζήνων σκέφτεται ότι ένας γάμος θα τον καταξιώσει ως πατριάρχη της οικογένειας
ωσάν να ήταν τίτλος τιμής. Για εκείνη την εποχή μπορεί να μην ήταν τίτλος τιμής
αλλά καταξίωση ήταν. Ο Ζήνων μέσα του δεν θεωρούσε τον γάμο σημαντικό, αλλά
αναγκαίο για να ανανεωθεί προς το καλύτερο ή χειρότερο η μέλλουσα γενιά και
εκείνος να είναι ο πατριάρχης της οικογένειας. Ο Σβέβο στη σελίδα 84 θεωρεί τη
συμβίωση ως αλλόκοτη πλάνη. Στη δε σελίδα 97 περιγράφει το πρότυπο του γάμου (το
ζεύγος Μαλφρέντι) με τέτοιον τρόπο που παραπέμπει σε μαύρο χιούμορ. Ο Ζήνων ερωτεύεται
την Άντα Μαλφρέντι και παντρεύεται, με την κουτοπόνηρη συμπαιγνία του ζεύγους
Μαλφρέντι, την Αυγούστα, την αδερφή της. Διαδραματίζονται κωμικοτραγικές
καταστάσεις. Ο Ζήνων κτυπάει κέντρο, αλλά στον διπλανό στόχο. Τελικά δεν του
βγήκε σε κακό. Στο 4ο κεφάλαιο ο Σβέβο περιγράφει με ειρωνεία την
τυπικότητα, την αφέλεια της αστικής οικογένειας και την υποκρισία [σελ 209]. Η
γη περιστρεφόταν αλλά όλα τα υπόλοιπα πράγματα έ μ ε ν α ν στην θ έ σ η τους.
Και αυτά τα ακίνητα πράγματα είχαν τ ε ρ ά σ τ ι α β α ρ ύ τ η τ α: η βέρα, τα
κοσμήματα και τα φορέματα, το πράσινο, το μαύρο, το ένδυμα περιπάτου που έπρεπε
να μπει στην ντουλάπα μόλις φτάναμε σπίτι, το βραδινό φόρεμα. Και οι ώρες των
γευμάτων έπρεπε να τηρούνται αυστηρά, όπως και οι ώρες του ύπνου. Αυτές οι ώ ρ
ε ς υπήρχαν και βρίσκονταν πάντα στην θ έ σ η τους. Οι συνήθειες της
αριστοκρατίας που ενστερνίστηκε η αστική τάξη. Το παρόν για την Αυγούστα ήταν
μια απτή πραγματικότητα όπου ο άνθρωπος μπορούσε να βρει καταφύγιο και θαλπωρή.
Τις Κυριακές και τις γιορτές πήγαινε στην εκκλησία. Οι αυστριακές και ιταλικές
αρχές ήταν ένας κόσμος επίγειων αυθεντιών που της χάριζε την ασφάλεια. Σε
περίπτωση ασθενειών πίστευε ότι θα σωζόταν στηριγμένη στις επουράνιες και
επίγειες αυθεντίες ( ο Σβέβο δεν πίστευε). Έτσι περιγράφει ο Ζήνων την «υγεία»
της Αυγούστας που μέσα της ήθελε να φωλιάσει και ο ίδιος για να βρει γαλήνη και
ηρεμία. Όμως, αναλύοντας την «υγεία» της, αρχίζει να αναρωτιέται μήπως αυτή η
υγεία είχε ανάγκη θεραπείας!
Ο
Ζήνων μετά τον γάμο αποφασίζει να εργαστεί! Έρχεται σε σύγκρουση με τον πονηρό
διαχειριστή της εταιρείας του που δεν αποδέχεται τις προτάσεις του. Ο πεθερός
του δεν τον εμπιστεύεται και η Αυγούστα δεν τον στηρίζει. Έτσι ο Ζήνων ζούσε
μια απομίμηση δραστηριότητας, μιας πληκτικής δραστηριότητας, ανάμεσα στο
Τερζεσταίο (χρηματιστήριο), σε καφέ και στη μελέτη περί θρησκείας. Η αεργία και
η ανία τον οδηγούν στην απόκτηση ερωμένης! Είναι αυτό δικαιολογία; Όχι. «Σκεφτόταν
τις γυναίκες που έτρεχαν στους δρόμους ντυμένες από την κορυφή μέχρι τα νύχια.
Αισθανόταν ένα ρίγος πόθου, μια σφοδρή επιθυμία για περιπέτεια. Την περιπέτεια
που ξεκινά από τον θαυμασμό για ένα μποτάκι, ένα γάντι, μια φούστα για όλα
εκείνα που αλλοίωναν την φόρμα». (σήμερα ένας ψυχίατρος θα σκεφτόταν ότι
παρουσίαζε και στοιχεία φετιχισμού). Ο Ζήνων δεν θα σταματήσει να αποκτά
ερωμένες ή να έχει την επιθυμία να αποκτήσει, αρκεί να μην το μάθαινε ποτέ η
Αυγούστα. Δεν το αντιλήφθηκε ποτέ; Ποιος ξέρει! Είχε και πολύ καλή ανατροφή!!
Στην
σελίδα 550, στα χρόνια της ωριμότητας σε μια αληθινή περισυλλογή και μεγάλης
αντικειμενικότητας, μέσα σε ένα πράσινο (αγαπημένο του χρώμα) που τονιζόταν
τόσο όμορφα από τις αναλαμπές του ήλιου ομολογεί ότι η γυναίκα είχε μια
τεράστια σπουδαιότητα. «Ίσως κατά τεμάχια, τα ποδαράκια της, η μέση της, τα
χείλη της γέμιζαν τις μέρες μου. Και ξαναβλέποντας την ζωή μου και την «αρρώστια»
μου τις αγάπησα, τις κατάλαβα. Πόσο πιο ωραία ήταν η ζωή μου από αυτών των
λεγόμενων υγειών, αυτών που δέρνουν τη γυναίκα τους ή θα ήθελαν να τη δέρνουν.
Εγώ αντίθετα είχα στο πλευρό μου τον έρωτα. Όταν δεν σκεφτόμουν τη γυναίκα μου,
την σκεφτόμουν και πάλι για να ζητήσω συγγνώμη που σκεφτόμουν και τις άλλες.
Από την δική μου ζωή δεν έλλειψε ποτέ ο πόθος και η ψευδαίσθηση ξαναγεννιόταν
ακέραιη μετά από κάθε ναυάγιο μέσα στα όνειρα των μελών, των φωνών, των πιο
τέλειων συμπεριφορών.» Όπως διαπιστώνουμε οι «αρρώστιες» του Ζήνωνα ήταν η
αεργία του και ο πόθος του για τις γυναίκες!
Ο
Γκουίντο ήταν ένας νέος πλούσιος, αστικής καταγωγής ωραιότατος, με
πλούσια κόμη, υπέροχα δόντια και ζωηρά και εκφραστικά μάτια. Ήταν πάντα
ντυμένος με επιτηδευμένη κομψότητα και στο γαντοφορεμένο δεξί του χέρι κρατούσε
ένα πολύ μακρύ μπαστούνι με φιλντισένια λαβή. Είχε σπουδάσει στην Εμπορική
σχολή της Τεργέστης και έπαιζε και υπέροχα βιολί. Τέλεια εικόνα! Ο Ζήνων φθονεί
αυτή την εικόνα θανάσιμα. Ο Γκουίντο παντρεύεται την Άντα και συνεταιρίζεται με
τον Ζήνωνα. Αποδεικνύεται επιπόλαιος, ρηχός, αλαζών, χειριστικός, αμετροεπής. Η
επαφή των δύο νεαρών ανδρών, λόγω του συνεταιρισμού, απογυμνώνει την εικόνα του
Γκουίντο στα μάτια του Ζήνωνα. Ο Ζήνων αποκτά τη χαμένη του αυτοπεποίθηση σε
σχέση με τον Γκουίντο, αρχίζει να τον συμπαθεί και να τον συμπονάει για τις
ατυχείς εμπορικές του επιλογές που είχαν καταστροφικές οικονομικές συνέπειες
για την εταιρεία. Ο Γκουίντο κάνει δύο χειριστικές απόπειρες αυτοκτονίας για να
εκβιάσει την Άντα και να τον σώσει οικονομικά. Η τραγική ειρωνεία είναι ότι
στην δεύτερη απόπειρα, λόγω καιρικών συνθηκών, αργεί να έρθει ο γιατρός και ο Γκουίντο
πεθαίνει. Έτσι, ξεκινούν οι 50 ώρες της περισσότερης δουλειάς που είχε κάνει
μέχρι τότε στη ζωή του ο Ζήνων και αποδεικνύεται σωστός φίλος. Με δικά του
χρήματα παίζει στο χρηματιστήριο και κερδίζει το μεγαλύτερο μέρος του κεφαλαίου
της εταιρείας και τα χρήματά του! Έτσι σώζει την εμπορική φήμη του νεκρού πια
φίλου του και εξασφαλίζει και ένα ποσόν για τα παιδιά του. Η χαρά για την νίκη
του ήταν ένας φόρος τιμής για τον δύστυχο φίλο του και για το συμφέρον του
οποίου είχε κατεβεί στον στίβο. Στην πραγματικότητα η απέραντη χαρά του ήταν η
ικανοποίηση ότι το ρίσκο που πήρε πέτυχε! Κανείς δεν του το αναγνώρισε!
Η
Ψυχανάλυση
Ο
Σβέβο απορρίπτει την ψυχανάλυση και τη θεωρεί μια ανόητη πλάνη, ένα κόλπο για
να συγκινηθεί μια υστερική γριά (χαρακτηρισμός για τον Φρόυντ). Πώς μπορούσα, λέει
ο Ζήνων, να ανεχτώ τη συντροφιά αυτού του γελοίου ανθρώπου, μ´ εκείνο το βλέμμα
που θέλει να είναι παρατηρητικό και εκείνη την οίηση που του επιτρέπει να
ομαδοποιεί όλα τα φαινόμενα αυτού του κόσμου γύρω από την νέα μεγάλη του θεωρία
(όλοι οι άνθρωποι έχουν περάσει από το στάδιο του Οιδιπόδειου συμπλέγματος.
Κάποιοι δεν το ξεπέρασαν ποτέ). «Ήταν μια αρρώστια που με εξύψωσε στις
ανώτερες αριστοκρατικές τάξεις, με προγόνους που έφταναν μέχρι την μυθολογία».
Πιστεύω πάντως ότι είναι ο μόνος άνθρωπος στον κόσμο που, ακούγοντας ότι θέλω
να πλαγιάσω με δύο ωραιότατες γυναίκες, αναρωτήθηκε, για να δούμε γιατί τούτος
εδώ θέλει να πλαγιάσει μαζί τους. Το ότι δεν έπασχα από αυτή την αρρώστια είναι
το γεγονός ότι δεν θεραπεύτηκα ποτέ από αυτή (ποθούσε όλες τις γυναίκες, αλλά
όχι την μητέρα του) Χαρακτηριστική η εικόνα του κλουβιού με τη γυναίκα και η
διαφορετική ερμηνεία που δίνουν ο γιατρός και ο Ζήνων. «Ας ηρεμήσει τα λόγια
του δεν κατάφεραν να καταστρέψουν τις αναμνήσεις της νιότης μου». Τη μόνη
εικόνα που θέλει να ξαναζωντανεύσει μέσα του ο Ζήνων είναι τα ρόδα του Μάη. Ο
Ζήνων θα γαληνεύει με τον ήχο του νερού και τους ιριδισμούς του φωτός. Ο Ζήνων,
που επιθυμούσε να διαμορφώσει ο γιατρός την πεποίθηση, όχι να την θεραπεύσει,
θα θεραπευτεί τελικά από τις ανησυχίες που τον βασάνιζαν όταν, εν μέσω πολέμου,
θα φροντίσει για το οικονομικό υπόβαθρο της εταιρείας του. Είχε προβλέψει σωστά
ότι η ειρήνη θα ερχόταν με μια οικονομική καταστροφή. Με την προσήλωση και την
επιτυχία στην δουλειά του αποκτά τη χαμένη του αυτοπεποίθηση και καταξιώνεται
μέσα του! Συνδέοντας όλες τις εικόνες διαπιστώνουμε ότι δύο ήταν οι «αρρώστιες»
του Ζήνωνα. Η πρώτη προέρχεται από την έλλειψη δραστηριότητας και η δεύτερη, οι
ενοχές του απέναντι στην Αυγούστα. Μόνος και στην κατάλληλη χρονική στιγμή,
χωρίς να έρθει σε ρήξη με κανένα, ενεργεί εύστοχα. Επιτυγχάνει, θριαμβεύει. Αποτέλεσμα
η απόλυτη ικανοποίηση και η απόκτηση της χαμένης του αυτοπεποίθησης. Αυτόματα
καταρρέουν οι ενοχές απέναντι στην Αυγούστα. Ομολογεί στον εαυτό του ότι δεν
πρόκειται να απαλλαγεί ποτέ από το πάθος του για τις γυναίκες. Και η δεύτερη
«αρρώστια» θεραπεύεται με την απόκτηση αυτοπεποίθησης. Οπότε η αρρώστια ήταν
μία και πάντα η έλλειψη αυτοπεποίθησης! Αυτό επιζητούσε να καταδείξει ο Σβέβο;
Όχι. Ο Ζήνων ούτε επαναστάτης είναι, ούτε ρηξικέλευθες λύσεις επιζητά. Οι
ανατρεπτικές αλλαγές στην Ευρώπη επηρέασαν την νέα γενιά εκείνου του παρόντος
προβληματίζοντάς την για το μέλλον της. Αγωνιά και αναζητά τη θέση και τον ρόλο
της στο καινούργιο που δημιουργείται. Για να συνειδητοποιήσει αυτόν τον ρόλο
πρέπει να ξεπεραστεί η σύγχυση που προκαλεί η υπόγεια, αφανής πάλη του παλιού
με το νέο. Σ´ αυτό το νέο παρόν, το άτομο συγκρούεται εσωτερικά με τα θέσφατα
που μεγάλωσε και τις αλλαγές που αναζητά. Συνέπεια όλων αυτών είναι και η
αναθεώρηση του Ζήνωνα για την Πατριαρχία. «Η κόρη μου είχε γίνει μια ωραία
κοπέλα. Από τη μια στιγμή στην άλλη έπαψα να παριστάνω μαζί της τον άξεστο
εκπαιδευτή και πέρασα στον ρόλο του ιππότη που σέβεται τη γυναικεία υπόσταση».
Μήπως και ο Ζήνων αναζητούσε κάτι παρόμοιο από τον πατέρα του; Μάλλον ούτε ο
ίδιος δεν το ήξερε! Ο Ζήνων σεβόταν τον πατέρα του Γκουίντο, «δεν ρισκάρω
ξένα χρήματα με συμβουλές που μπορεί να αποτύχουν». Αναζητά στον πεθερό του
την πατρική φιγούρα. Και ο πατέρας του; Στην ανατολή του νέου κόσμου με τις
ανατροπές στην επιστήμη, την τεχνολογία και, κυρίως, τις νέες φιλοσοφικές
θεωρίες, διαισθάνεται την στασιμότητα του πατέρα του στη θεώρηση του νέου
κόσμου. Τον αγαπούσε, τον σεβότανε, δεν εκτιμούσε ούτε τις ιδέες, ούτε τη
νοοτροπία του ούτε και την προσέγγισή του στον ίδιο. Είχε την οικειότητα να το
δείχνει, όχι να το λέει. Χάσμα γενεών; Όχι, είναι μια υφέρπουσα σύγκρουση που
θα πάρει σάρκα και οστά στις επόμενες δεκαετίες στον 20ο αιώνα με
θετικά και αρνητικά, με οπισθοδρομήσεις και προόδους, με βήματα προς τα πίσω
και βήματα εμπρός. Η εξέλιξη. Μήπως έτσι δεν ήταν πάντα; Με μία διαφορά - ο
χρόνος φαίνεται πιο γρήγορος!
![]() |
Πέρυσι, η Τεργέστη γιόρτασε, με συνέδρια και θεατρικές παραστάσεις, τα 100 χρόνια από την έκδοση του Ζήνωνα |
Ο
Σβέβο, από τις πρώτες σελίδες του βιβλίου, μέχρι τις τελευταίες σελίδες, κάνει
μια πολλή λιτή αναφορά στην Ιστορία, με τέτοιο τρόπο ώστε να περνά
σχεδόν απαρατήρητα. 1) Στις πρώτες σελίδες ο Ζήνων λέει ότι θα ήθελε να
γλεντήσει την γέννηση του γιου του με τον θάνατο του Πάπα Πίου Θ´. Ο Ζήνων
προφανώς δεν αποστρέφεται τον συγκεκριμένο Πάπα γιατί καθιέρωσε ως δόγμα την
άμωμο σύλληψη της Παρθένου Μαρίας, ούτε γιατί επέβαλε το αλάθητο του Πάπα, αλλά
γιατί ήταν αντίθετος και πολέμησε άγρια τη δημιουργία του ενιαίου Ιταλικού
κράτους για να μην χάσουν τα Παπικά κράτη την δύναμή τους. 2) Σε ένα
αναστοχασμό του ο Ζήνων λέει, από τον Ροβεσπιέρο περάσαμε στον Ναπολέοντα και
από αυτόν στον Μπίσμαρκ. Απεικονίζει τις ραγδαίες αλλαγές στην Ευρώπη τον
τελευταίο αιώνα. Από τη Γαλλική επανάσταση στους Ναπολεόντειους πολέμους και
στη δημιουργία νέων εθνικών κρατών. Οι Γάλλοι είχαν καταλάβει την Τεργέστη αλλά
την έδωσαν πάλι στους Αυστριακούς για να κρατήσουν τις περιοχές της Β. Ιταλίας.
Έτσι, η Τεργέστη έχασε την ευκαιρία να ενσωματωθεί στο νέο Ιταλικό κράτος. Ο
Μπίσμαρκ ένωσε όλα τα γερμανικά κράτη και έκανε την μεγάλη Πρωσία. Ανάγκασε την
Αυστρία να αναγνωρίσει την αυτονομία της Ουγγαρίας και να γίνουν σύμμαχοι της
Πρωσίας. Η δύναμη αυτή θα φανεί σε λίγα χρόνια! 3) Ο Σβέβο δεν αφήνει απ´ έξω
την επίβουλη Αλβυόνα, όπως αποκαλεί την Αγγλία. Ο Ζήνων εξομολογείται πως όταν
βρέθηκε στην Αγγλία οι πιο συμπαθητικοί άνθρωποι κατάγονταν από την ηπειρωτική
Ευρώπη (Ιταλοί και Γάλλοι). Παρομοιάζει δε την Αγγλία με τον γάτο που πας να
τον χαϊδέψεις και εκείνος σε γρατζουνάει. 4) Δεν προσπερνά ούτε την ανατολή του
ελεύθερου εμπορίου μην προσδιορίζοντας τους οικονομικούς όρους σε συνδυασμό με
τη βιομηχανική ανάπτυξη κάθε κοινωνίας. Ο τρόπος που τα εκθέτει ο Σβέβο είναι
χαρακτηριστικό των λογοτεχνών του μοντερνισμού. Αφήνει ελεύθερο τον αναγνώστη ή
να κάνει μια στάση ή να προσπεράσει!
Η
εναγώνια αναζήτηση του Ζήνωνα να ορίσει τη θέση του ως μέλος στο κοινωνικό
περιβάλλον, τον οδηγεί να τοποθετήσει τον εαυτό του στο κέντρο ενός κύκλου και
στον κύκλο την οικογένεια του. Ο κύκλος αυτός θεωρούσε ότι ήταν το κέντρο του
κόσμου. Αρνείται να δει τώρα σ ´αυτό το παρόν τις αντιθέσεις και αντιπαλότητες
που δημιουργούνται στη Ευρώπη. Αγνοεί τα λόγια του Νιλίνιν, θεωρώντας τον
φιλογερμανό, ότι οι Μ. Δυνάμεις την μια παίζουν σφαλιάρες και την άλλη δίνουν
τα χέρια (αναφορά ίσως στον Γαλλοπρωσικό πόλεμο). Τον απαξιώνει όταν του
αναφέρει την αύξηση του χρήματος και τον κορεσμό του χρηματιστηρίου. Βλέπει
ήλιο και φως στα σύννεφα που μαζεύονταν πάνω από την Ευρώπη. Ο Ζήνων λοιπόν
βγαίνει για περίπατο στην εξοχή, στα πράσινα λιβάδια και ενώ αναστοχάζεται,
θαυμάζοντας τους ιριδισμούς του φωτός στο νερό, συναντιέται με τον Α’ Παγκόσμιο
Πόλεμο. Όλοι είχαν μια μικρή υποψία, ο μόνος ανίδεος ήταν ο Ζήνων! Γι’ αυτό
αργότερα θα νοιώσει ενοχές γιατί ίσως προκάλεσε τον θάνατο αθώων ανθρώπων
καθησυχάζοντάς τους. Εξ´ αιτίας του πολέμου αποκαλύπτεται και το πρόβλημα της
Τεργέστης. Δεν υπάρχει ενιαία εθνική συνείδηση. «Όλοι οι υπάλληλοι της
εταιρίας ήταν νέοι και έφυγαν για τον πόλεμο. Κάποιοι με τη μία πλευρά και
κάποιοι με την άλλη».
Στις
δύο τελευταίες σελίδες, ο Ζήνων βλέπει, παρατηρεί, στοχάζεται το μέλλον του
κόσμου και εκφράζει τους φόβους του για την εξέλιξη της τεχνολογίας και τη
σωστή διαχείριση από τον άνθρωπο. Η σημερινή ζωή είναι μολυσμένη ως τις ρίζες.
Ο άνθρωπος μπήκε στη θέση των δένδρων και των ζώων και μόλυνε τον αέρα, έκλεισε
τον ελεύθερο χώρο. Μπορεί να συμβούν και χειρότερα. Το μοχθηρό και δραστήριο
αυτό ζώο μπορεί να ανακαλύψει και να θέσει στην υπηρεσία του άλλες δυνάμεις.
Πλανιέται στον αέρα μια ανάλογη απειλή. Θα επακολουθήσει μεγάλος πλούτος … στον
αριθμό των ανθρώπων (Εννοεί τα ρομπότ ). Ποιος θα μας θεραπεύσει από την
έλλειψη αέρα και χώρου; Πιο κάτω με σημείο αναφοράς την οργάνωση προς επιβίωση
του ζωικού βασιλείου τη συγκρίνει με αυτήν του ανθρώπου: «Είναι η μηχανή που
δημιουργεί την αρρώστια, επειδή οδηγεί στην απομάκρυνση από τον νόμο που σε
ολόκληρη τη γη υπήρξε ο δημιουργός. Ο νόμος του ισχυρότερου εξαφανίστηκε και
χάσαμε την επιλογή που οδηγεί στην υγεία». Ο Σοπενχάουερ έλεγε: θα
προτιμούσα να κυβερνάει ένα λιοντάρι παρά οι αρουραίοι ακόλουθοι του.
…
Και κάποιος άλλος, επίσης και πολλοί άλλοι, αλλά λίγο πιο άρρωστος απ´
αυτούς θα κλέψει αυτό το εκρηκτικό και θα αναρριχηθεί στο κέντρο της γης για να
το βάλει εκεί που θα έχει το μέγιστο αποτέλεσμα. Θα γίνει μια τεράστια έκρηξη
που κανένας δεν θα ακούσει, και η γη, επιστρέφοντας στην νεφελώδη μορφή της, θα
πλανιέται στους ουρανούς χωρίς παράσιτα και χωρίς αρρώστιες…. Στοχασμοί
τραγικά προφητικοί!
Ο
Ίταλο Σβέβο, λογοτεχνικό ψευδώνυμο του Έτορε Σμιτζ, γεννήθηκε ως Άρον Έτορε
Σμιτζ, σε μια πολυμελή και εύπορη οικογένεια Γερμανοεβραϊκής καταγωγής στις 19
Δεκεμβρίου του 1861 στην Τεργέστη.
Ο
πατέρας του, ονόματι Φραντζέσκο Σμιτς, αυτοδημιούργητος έμπορος, είχε
παντρευτεί την Ιταλίδα Αλέγκρα Μοράβια. Ο Φραντζέσκο, αν και υπερήφανος για την
ιταλικότητα της οικογένειας, έστειλε τους τρεις γιους του, Αδόλφο, Έτορε, Έλιο,
να μορφωθούν στην Βαυαρία, καθώς ήταν υποστηριχτής της Γερμανικής παιδείας. Σε
μικρό χρονικό διάστημα ο νεαρός Έτορε έμαθε τη Γερμανική γλώσσα και σχεδόν
αμέσως αφοσιώθηκε στη μελέτη της λογοτεχνίας. Τα πρώτα αναγνώσματα ήταν πάνω
στον Σίλερ και Γκαίτε και, αργότερα, άρχισε τη μελέτη του Δάντη, του Πετράρχη
και του έργου του Ρώσου συγγραφέα Ιβάν Σεργκέγιεβιτς Τουργκένεφ.
Το
1878 επιστρέφει στη Τεργέστη και γράφεται στην εμπορική σχολή της πόλης. Έτσι,
ο Σβέβο αναγκάστηκε να εγκαταλείψει το όνειρο περί σπουδών στην Φωρεντία όπου,
όπως ο ίδιος δήλωνε, θα είχε την ευκαιρία να μάθει σωστά Ιταλικά και να
εντρυφήσει στην Ιταλική κουλτούρα.
Το
1880 ο πατέρας του πλήττεται οικονομικά και ο Έτορε εγκαταλείπει τις σπουδές
και εργάζεται ως υπάλληλος στον τομέα της Γαλλικής και Γερμανικής αλληλογραφίας
στην Banca Unione, αλλά και ως συνεργάτης της εφημερίδας Indipedente. Ο
πατέρας του τον έγραψε στα μαθήματα του Volontario (εθελοντής) ώστε να βρει μια
θέση στον Αυστριακό Αυτοκρατορικό στρατό. Αν και πέτυχε στις εξετάσεις,
απορρίφθηκε λόγω ανατομικών χαρακτηριστικών.
Στο
διάστημα 1880-1890 γράφει διηγήματα και κριτικές για το θέατρο. Το ενδιαφέρον
του στρέφεται στη μελέτη της Γαλλικής λογοτεχνίας, στα έργα του Δαρβίνου και
του Σοπενχάουερ, οι θεωρίες των οποίων αποτέλεσαν την βάση της οπτικής του
συγγραφέα για όλη του την ζωή.
Το
1885 πεθαίνει ο μικρότερος αδερφός του και ο πατέρας του πέφτει σε κατάθλιψη.
Αργότερα, μετά και τον θάνατο του πατέρα του, κυκλοφορεί το πρώτο του
μυθιστόρημα με τίτλο Μια Ζωή. Την ίδια περίοδο, γνωρίζει τη
σύζυγό του Λίβια Βενετσιάνι, ξαδέρφη του και κόρη εύπορου εμπόρου, για την
οποία έγραψε πως από την στιγμή που την είδε κατάλαβε πως ήταν «γεννημένη
Σμιτζ». Παντρεύονται το 1896 με πολιτικό γάμο. Κατόπιν επιμονής της συζύγου του,
βαφτίζεται Καθολικός.

Η
ζωή του άλλαξε δραστικά χάρη στην επιχείρηση του πεθερού του λόγω της οποίας
άρχισε να ταξιδεύει στο εξωτερικό. Το 1889 κυκλοφορεί το δεύτερο μυθιστόρημά
του με τίτλο Γηρατειά. Η δεύτερη προσπάθεια έχει τα ίδια
αποτελέσματα με την πρώτη. Απογοητευμένος, εγκατέλειψε τη συγγραφή και
αφοσιώθηκε στην δουλειά του.
Το 1908-1910 μελέτησε Γερμανική και Ρωσική λογοτεχνία, διάβασε για τον φροϋδισμό και την ψυχανάλυση, αλλά τα πιστεύω του βασιζόντουσαν στον Δαρβίνο και τον Σοπενχάουερ. Το 1906-1907 ξεκίνησε ιδιαίτερα μαθήματα Αγγλικών με έναν Ιρλανδό καθηγητή και συγγραφέα, τον Τζέιμς Τζόυς. Ανάμεσά τους αναπτύσσεται μια ιδιαίτερη σχέση. Ο ένας διάβασε τα έργα του άλλου και ο Τζόυς προέτρεψε τον Σμιτζ να ασχοληθεί πάλι με τη συγγραφή. Όταν αργότερα ο Τζόυς εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και, έχοντας βαθιά πίστη στο ταλέντο του μαθητή του, φρόντισε να τον φέρει σε επαφή με ανθρώπους της Παρισινής διανόησης οι οποίοι του άνοιξαν τον δρόμο προς την αναγνώριση.
Το
1919 ξεκίνησε να γράφει το νέο του μυθιστόρημα που τελικά δημοσίευσε το 1923 με
τίτλο Η συνείδηση του Ζήνωνα. Αρχικά το μυθιστόρημα στην Ιταλία
δεν έτυχε γενικής αποδοχής, έπειτα όμως από τη μεσολάβηση του Τζόυς, το έργο
έγινε γνωστό σε κριτικούς όπως ο Γάλλος Βαλερύ Λαρμπώ και η επιτυχία ήρθε από
την Γαλλία. Σύντομα το έργο διάβασε και ο Εουτζένιο Μοντάλε, μέσω του
οποίου, η Ιταλία καλοδέχτηκε το νέο μυθιστόρημα. Ύστερα από την αργοπορημένη
επιτυχία που γνώρισε, ο Σβέβο επανακυκλοφόρησε το 1927 τα Γηρατειά και
ξεκίνησε την συγγραφή της συνέχειας της Συνείδησης του Ζήνωνα.
Μετά από ένα αυτοκινητιστικό δυστύχημα ο Σβέβο έχασε την ζωή του στη Μόντα ντι Λιβέντσα στις 14 Σεπτεμβρίου του 1928. Λίγο πριν το θάνατο του και ενώ βρισκόταν στο νοσοκομείο, σαν πιστός καπνιστής όπως ο Ζήνωνάς του, ζήτησε από τον γιατρό να του ανάψει το «τελευταίο του τσιγάρο».
Η παρουσίαση και συζήτηση για το μυθιστόρημα Η
συνείδηση του Ζήνωνα του Italo Svevo σε
μετάφραση Έφης Καλλιφατίδη έγινε τη Δευτέρα 18 Νοεμβρίου 2024 στο Κέντρο Τέχνης
και Πολιτισμού του Δήμου Αμαρουσίου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου